Γκουφάκο μου, πόσο μου λείπεις αγοράκι μου.
Ήσουν η παρηγοριά μου στην σκληρή αυτή ζωή. Βλέπεις στα μάτια των ανθρώπων είμαι διαφορετική και εσύ ήσουν ο μόνος που με αποδεχόταν όπως είμαι.
Ζωούλα μου, ψυχάκι μου, μικρό μου πλάσμα, η απουσία σου δεν αντέχεται. Πονάω όσο δεν πόνεσα ποτέ.
Θυμάμαι που σε είχα βγάλει Γκούφι γιατί άθελα σου έκανες ζημιές. Με κοιτούσες με εκείνο το αθώο κουταβίσιο βλέμμα σου και έλιωνα.
Έχωνες το μουσούδι σου στο πιάτο που έτρωγα, το έριχνες κάτω και έφευγες τρέχοντας μην τυχόν και σε μαλώσω.
Δεν σε μάλωσα ποτέ όμως Γκουφάκο μου. Κι ας μάσαγες τα έπιπλα κι ας μην κρατιόσουν πάντα για την ανάγκη σου μέχρι να σε βγάλω βόλτα.
Ποτέ δεν με ένοιαξε τίποτα μόνο να είσαι εσύ καλά. Αγκαλιά κοιμόμασταν στο κρεβάτι, αγκαλιά βλέπαμε ταινίες στον καναπέ,
αγκαλιά σε έπαιρνα όταν έβρεχε και φοβόσουν τα μπουμπουνητά και τις αστραπές. Τώρα η αγκαλιά μου έμεινε άδεια.
Έχασα την θέληση μου για ζωή χωρίς εσένα γιατί εσύ ήσουν όλη μου η ζωή τελικά. Θα σ’αγαπώ πάντα μικρέ μου Γκούφι.
See how your comment data is processed.
This site uses User Verification plugin to reduce spam.