Για τον Κώστα.
Κολλητέ μου δεν πίστευα ποτέ ότι θα βρισκόμουν τώρα σε αυτήν εδώ τη θέση. Μεγαλώσαμε μαζί, καθόμασταν στο ίδιο θρανίο στο σχολείο, τις περισσότερες διακοπές τις περνούσαμε μαζί, ήμασταν σαν αδέρφια.
Γεννηθήκαμε με 2 μήνες διαφορά. Σε πείραζα και σε φώναζα «νιάνιαρο» γιατί γεννήθηκες μετά από μένα και αυτό σε ενοχλούσε πολύ όταν ήμασταν στο δημοτικό.
Ήμασταν από την κούνια μαζί. Οι γονείς μας μένουν δίπλα δίπλα και οι μανάδες μας είναι ακόμα και τώρα όλη την ώρα μαζί.
Θυμάσαι ρε Κώστα τις σκανδαλιές που κάναμε; Που πειράζαμε όλο το κόσμο; Θυμάσαι τι τραβούσαν οι δάσκαλοι μαζί μας; Σου είχαν όμως αδυναμία γιατί ήσουν πολύ καλός μαθητής. Τα έπιανες όλα στην παράδοση και διάβαζες πολύ λίγο. Εγώ σκοτωνόμουν στο διάβασμα για να είμαι το ίδιο καλός με σένα όμως πάντα ήσουν καλύτερος. Ποτέ μου όμως δεν σε ζήλεψα. Χαιρόμουν για σένα.
Τα καλοκαίρια τα περνούσαμε μαζί. Όταν πήγαινα με τους δικούς μου στο χωριό σε πέρναμε μαζί και όταν πήγαινες με τους δικούς σου στο νησί ερχόμουν και εγώ πολλές φορές. Τι ωραία που ήταν… Την αράζαμε στη παραλία από το πρωί και παίζαμε ρακέτες, παίζαμε τάβλι πίνοντας φραπέ και κάναμε καμάκι στις κοπέλες.
Ήθελες να γίνεις πολιτικός μηχανικός. Και πέρασες πολιτικός μηχανικός και εγώ αρχιτέκτονας στην Αθήνα. Θα ανοίγαμε γραφείο μαζί και θα είμασταν συνέταιροι. Τρελαθήκαμε από τη χαρά μας όταν μάθαμε τα αποτελέσματα των εξετάσεων και αρχίσαμε να σχεδιάζουμε πως θα περνούσαμε τα φοιτητικά μας χρόνια!
Δεν θα ξεχάσω ποτέ τις τελευταίες διακοπές που περάσαμε μαζί. Ήταν πριν ξεκινήσουμε μαθήματα στη σχολή. Πήγαμε διακοπές στο νησί των δικών σου μαζί με κάποιους φίλους από το σχολείο. Είχαμε όλο το σπίτι δικό μας. Ξυπνούσαμε μεσημέρι, πίναμε καφέ και μετά πηγαίναμε αμέσως στην παραλία. Τα βράδια γυρνάγαμε όλα τα κλαμπς του νησιού, πίναμε, διασκεδάζαμε, κάναμε ότι μας κατέβαινε στο κεφάλι. Βάζαμε στοίχημα για ότι βλακεία μπορείς να σκεφτείς. Θυμάμαι το στοίχημα που είχες βάλει με τον Ανδρέα για το αν θα καταφέρει να βγει ραντεβού με εκείνη την κοπέλα που του είχε γυαλίσει από την καφετέρια που συχνάζαμε στο νησί. Του είχες πει πως αν τα καταφέρει θα γύρναγες σπίτι με τα πόδια και μόνο με το εσώρουχο. Χαχα και το κέρδισε ο μπαγάσας! Στην επιστροφή ερχόμασταν σιγά σιγά με το αμάξι από πίσω σου και είχαμε πεθάνει στο γέλιο από την καζούρα που σου έκαναν οι περαστικοί. Α ρε Κώστα… Μακάρι ο χρόνος να είχε σταματήσει σε εκείνο το καλοκαίρι.
Μετά άρχισαν τα μαθήματα και πήγαμε στην Αθήνα. Η φοιτητική μας ζωή μόλις είχε αρχίσει. Είχαμε νοικιάσει γκαρονιέρες στην ίδια πολυκατοικία και την περνούσαμε φίνα.
Στην Αθήνα είχες κατεβάσει και τη μεγάλη σου αγάπη, τη μηχανή σου. Πήγαινες βόλτες με τη μηχανή σχεδόν καθημερινά.
Ήταν Παρασκευή απόγευμα. Είχες μάθημα μέχρι τις 20.00 και μετά θα πήγαινες βόλτα με τη μηχανή. Κανονίσαμε να βρεθούμε στο κέντρο κατά τις 22.00 για να πάμε για μπύρες με συμφοιτητές. Πήγα στο σημείο συνάντησης και σε περίμενα. Είχε πάει 22.30 και δεν είχες εμφανιστεί. Σε έπαιρνα τηλέφωνο στο κινητό και δεν απαντούσες. Άρχισα να ανησυχώ. Ξεκίνησα για να γυρίσω σπίτι και συνέχισα να προσπαθώ να σε βρω στο τηλέφωνο. Κάποια στιγμή χτύπησε το κινητό μου. Το νούμερο ήταν άγνωστο. Μία γυναικεία φωνή μου είπε ότι βρήκε στο κινητό σου το νούμερο μου στις πρόσφατες κλήσεις και με πήρε. Δεν θυμάμαι τι ακριβώς μου έλεγε γιατί κατάλαβα ότι κάτι πήγε στραβά και μου είχαν κοπεί τα πόδια. Θυμάμαι ότι μου είπε πως ήσουν στον Ευαγγελισμό και ότι έπρεπε να έρθουν οι γονείς σου. Πήρα αμέσως ένα ταξί και ήρθα στο νοσοκομείο. Έψαξα να σε βρω στα επείγοντα. Όταν είπα σε μία νοσοκόμα το όνομά σου είπε «Περιμένετε εδώ να έρθει ο γιατρός.». Δεν μου άρεσε η έκφρασή της καθόλου. Μετά από λίγο ένας γιατρός με πλησίασε και μου είπε πως ένα αμάξι που κινούταν με μεγάλη ταχύτητα παραβίασε ένα στοπ και έπεσε πάνω σου. Ήθελα να σε δω αλλά δεν με άφηνε. Μου έλεγε «Δεν τελείωσα ακόμα αυτό που πρέπει να σας πω!» Είπε πως η σύγκρουση ήταν μοιραία.Το αμάξι πέρασε από πάνω σου. Όταν έφτασε το ασθενοφόρο ήσουν ήδη νεκρός. Τα αυτιά μου βούιζαν και δεν θυμάμαι τι του απάντησα, αν του απάντησα κάτι… Το χειρότερο ήταν όταν το έμαθαν οι γονείς σου. Η μάνα σου λυποθύμησε όταν το άκουσε.
Σε μεταφέραμε πίσω στην Καβάλα. Την ημέρα της κηδείας σου ήμασταν όλοι σαν ζόμπυ. Κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει ότι σε χάσαμε. Κοίταζα το φέρετρο και έλεγα από μέσα μου «Κάνε να είναι εφιάλτης και να ξυπνήσω. Δεν πέθανες στ’ αλήθεια!». Όταν αφήσαμε το φέρετρο στον τάφο σου, ένα κομμάτι μου πέθανε. Πέθανε ο «αδερφός» μου, πέθανε η ανεμελιά, πέθαιναν τα κοινά μας όνειρα. Η ζωή έδειξε πόσο σκληρή και άδικη είναι.
Έχω μεγαλώσει από τότε. Έχω τη δική μου οικογένεια. Όταν πάω στο πατρικό μου σπίτι και κοιτάω δίπλα στο σπίτι σου, νομίζω ότι θα βγεις να με χαιρετήσεις. Αλλά δεν είσαι εκεί πιά.
Αδερφέ μου, σε χω στην καρδιά μου και δε θα σε ξεχάσω ποτέ. Χάθηκες άδικα. Άνθρωποι σαν και σένα δεν πρέπει να φεύγουν έτσι από τη ζωή. Είχες πολλά να δώσεις. Θα γινόσουν ένας υπέροχος σύζυγος και πατέρας και θα έκανες σπουδαία πράγματα στη δουλειά σου.
Εκεί που είσαι θέλω να είσαι καλά. Τους γονείς σου τους προσέχω όσο μπορώ καλύτερα. Σε σκέφτονται συνέχεια, ήσουν το μοναχοπαίδι τους…
Θα σε ξαναδώ φίλε Κώστα…
Ο κολλητός σου,
Νίκος
Name / Oνοματεπώνυμο: Κώστας Ιωαννίδης Father's Name / Όνομα πατρός: ΙωάννηςMother's Name / Όνομα μητρός: ΜαρίαAddress / Διεύθυνση: ΚαβάλαBirth Place / Μέρος γέννησης: ΚαβάλαBirthday / Ημερομηνία γέννησης: 04-03-1970Occupation / Επάγγελμα: ΦοιτητήςCause of Death / Αιτία θανάτου: ΤροχαίοAge / Ηλικία: 18Death Place / Μέρος θανάτου: ΑθήναDeath Date / Ημερομηνία θανάτου: 02-12-1988